2.6.07

ΤΟ ΜΠΑΡΟΚ ΤΗΣ ΕΠΩΔΥΝΗΣ ΤΖΙΒΑΝΑΣ

Θέλω να τσαλαβουτήσω στη φωτιά σου.

Άλλη μια ψάθα για κλάσιμο..

κι ο φλοίσβος να χαϊδεύει απαλά τα δυο σου στήθη.

Οι αναδρομικές κραυγές της παραφουσκωμένης ανυπαρξίας

να πάλλονται στο λαβύρινθο των καταπονημένων μας αισθητηρίων,

μια φλούδα από πεπόνι να μου γλύφει το δάχτυλο

κι η ξεραμένη μπύρα να κολλάει στα μπούτια σου.

Κι έπειτα σιωπή..

κι ούτε ρομαντισμοί, ούτε αστέρια.

Μόνο η άλουστη Βερενίκη να χάνει την παρθενιά της

με τον αφρό ξυρίσματος

κι ένα κάτασπρο τέρας με μαύρο πρόσωπο

να πατάει το φεγγάρι με μικρομέγαλα βήματα.

Η σιωπή και τα κλάξον των αυτοκινήτων να μπερδεύονται

στην αέναη πάλη των τάξεων

-αγάπη μου δεν ήρθες προχθές

κι η φωτιά σου έσβησε από τα τσαλαβουτήματα-

κι από τον έβδομο όροφο της πολυεθνικής

μια χαλασμένη γραμμή από κάμπιες

να σέρνεται ως το γλιτσιασμένο πεζοδρόμιο με τυμπανοκρουσίες.

Υπάρχει αγάπη τελικά;

Δεν υπάρχουν σχόλια: